Ιστορίες που συγκλονίζουν και πυκνώνουν ολοένα και περισσότερο καθημερινά. Αυτά είναι αποτέλεσμα της ρεμούλας και του τρελού φαγοποτιού με χαβιάρι και ακριβή σαμπάνια από κάτι Τσοχατσόπουλους και τους ομοίους του που βρίσκονται στα πριγκιπικά σπιτάκια τους και πίνουν στην υγειά του μ@λ@κα.
Πόσο προφητικοί οι στίχοι του Bertolt BrechtΜιλάνε για καιρούς δοξασμένους,
και πάλιΆννα μην κλαιςθα γυρέψουμε βερεσέ απ’ τον μπακάλη.
Μιλάνε για του έθνους, ξανά, την τιμή..Άννα μην κλαις στο ντουλάπι δεν έχει ψίχα ψωμί
Μιλάνε για νίκες που το μέλλον θα φέρει Άννα μην κλαις. Εμένα δε με βάζουν στο χέρι.
Ο στρατός ξεκινά Άννα μην κλαις Σαν γυρίσω ξανά θ’ ακολουθώ άλλες σημαίες.Ο στρατός ξεκινά
Διαβάστε τη συγκλονιστική ιστορία που κάνει το γύρο του ίντερνετ τις τελευταίες μέρες, με πρωταγωνίστριες τη μικρή Αννούλα και τη μητέρα της που έπεσε αμαχητί στο τέρας που λέγεται ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ – ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ:
Η Αννα ήταν ακόμα στον παιδικό σταθμό. Είχε πάει απόγευμα και η μαμά της δεν είχε εμφανιστεί. Οι νηπιαγωγοί δεν ήξεραν τι να κάνουν. Ώσπου το κοριτσάκι έβγαλε κάτι απ’ την τσέπη του. Ήταν ένα σημείωμα: «Δεν θα γυρίσω να πάρω την Αννα. Δεν έχω λεφτά, δεν μπορώ να τη μεγαλώσω. Συγγνώμη. Η μαμά της».
Ο άνθρωπος που λέει την ιστορία την διηγείται σαν κάτι συνηθισμένο. Ο Στ. Σιφνιός είναι υπεύθυνος της κοινωνικής υπηρεσίας στα Παιδικά Χωριά SOS. «Οι νηπιαγωγοί κάλεσαν την Εισαγγελία», λέει. «Και ο εισαγγελέας έστειλε το παιδί σ’ εμάς».
Όλα αυτά δεν έγιναν σε κάποιο βιβλίο του Ντίκενς. Εγιναν σε μια συνοικία της Αθήνας. Η μαμά της Αννας δεν είναι τρελή. Είναι μια κοπέλα που έχασε τη δουλειά της και πανικοβλήθηκε. Σαν την ιστορία της, υπάρχουν τουλάχιστον πεντακόσιες ακόμη ιστορίες. Σήμερα στην Ελλάδα πεντακόσιοι γονείς είναι σε τέτοια οικονομική κατάσταση, που ζήτησαν στα Παιδικά Χωριά SOS να αφήσουν εκεί το παιδί τους.
«Μέχρι πριν από δύο χρόνια, το 95% των αιτημάτων είχε να κάνει με κακοποίηση. Αποφάσιζε ο εισαγγελέας πως κινδυνεύει το παιδί», λέει στην «Καθημερινή» η κοινωνική λειτουργός των Χωριών SOS, Π. Βασταρούχα. «Τώρα τα μισά αιτήματα είναι από γονείς σε απόλυτη φτώχεια. Οκτώ στις δέκα φορές είναι Έλληνες, τις πιο πολλές φορές μονογονικές οικογένειες, συνήθως χωρίς άλλους συγγενείς».
Η κυρία Μαρίνα εδώ και 19 χρόνια είναι μητέρα στα Χωριά SOS. Εκείνη ζει την ιστορία από την άλλη πλευρά. «Το καινούργιο παιδάκι το φέρνει στο σπίτι μας η μαμά του», λέει. «Του δείχνει το κρεβάτι του, του δείχνει το δωμάτιό του, του δείχνει εμένα. Και μετά, «σ’ αγαπάω» λέει, και φεύγει. Και το παιδάκι μένει στην πόρτα». Το ακούω στη φωνή της.
Η κυρία Μαρίνα κάνει προσπάθεια για να συνεχίσει. «Κανένα τους δεν φωνάζει», λέει. «Στέκονται στην πόρτα και κοιτάζουν μέχρι να χαθεί η μαμά τους. Αν είναι αδελφάκια, δύο ή πιο πολλά, εκείνο το βράδυ δεν μπορείς να τα χωρίσεις. Τα βάζεις το καθένα στο κρεβάτι του και δέκα λεπτά μετά γίνονται ένα κουβάρι, μαζεύονται όλα μαζί ξανά, να αγγίζουν το ένα το άλλο».
Κανονικά, τα Χωριά SOS δεν δέχονται παιδιά που η οικογένειά τους είναι απλώς φτωχή. Γι’ αυτές τις οικογένειες υπάρχει πρόγραμμα στήριξης στο σπίτι. Αλλά η απόλυτη φτώχεια δεν πάει σχεδόν ποτέ μόνη της. «Ήρθε ένα κοριτσάκι εδώ και νόμιζα πως έχει πρόβλημα. Τριών χρόνων, δεν ήξερε ούτε 15 λέξεις», λέει η κοινωνική λειτουργός. «Το είδαν οι γιατροί και είπαν πως η υγεία του είναι μια χαρά. Ο μπαμπάς του στις λαϊκές, η μαμά του τυφλή, το είχαν εγκαταλείψει το παιδί. Όταν δεν σου μιλάει κανείς, πώς να μάθεις λέξεις;». Η φτώχεια οδηγεί στην παραμέληση, ακόμα και στην κακοποίηση. Κάποιοι άνθρωποι, πριν φτάσει το παιδί τους εκεί, διαλέγουν την άλλη λύση. Όσο ακραία κι αν φαίνεται σ’ εμάς.
«Εβγαινα απ’ το Χωριό να πάρω γάλα για τα δικά μου τα παιδιά», λέει η κυρία Μαρίνα. «Στην κεντρική πύλη ήταν μια γυναίκα μ’ ένα κοριτσάκι. Δεν ήξερε ότι εγώ είμαι μητέρα SOS, δεν με είδε καν. Κρατούσε το παιδί της όρθια και του μιλούσε. «Μη νομίζεις πως η μαμά δεν σ’ αγαπάει. Σε λατρεύει η μαμά, αλλά δεν έχει να σου δώσει φαγητό. Αυτοί οι καλοί άνθρωποι εδώ…». Νόμιζε πως θα μπει μέσα, θα βρει κάποιον να αφήσει το παιδάκι και θα φύγει.
Η κυρία Μαρίνα κρατάει με το χέρι της το μέτωπό της. Όσα χρόνια κι αν είσαι εδώ, μερικά πράγματα δεν τα συνηθίζεις ποτέ. «Το κρατούσε απ’ το χέρι», λέει. «Κι αυτό δεν μιλούσε. Μόνο είχε σηκώσει το κεφαλάκι του και την κοίταζε. Δεν ξέρω τι έγινε μετά. Έφυγα. Είχα να πάρω γάλα στα δικά μου τα παιδιά».
[Σε παλαιότερη ανάρτησή μας είχαμε αναφερθεί στη συγκεκριμένη ιστορία. Διαβάστε: «Δεν θα γυρίσω να πάρω την Αννα. Συγγνώμη. Η μαμά της»]
Ακούστε το τραγούδι:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου