Ο Στέφανος Τσιτσόπουλος γράφει για τη συνήθεια των Θεσσαλονικών που έγινε... λατρεία, καθώς είναι διατεθειμένοι να αλλάξουν τα πάντα στη ζωή τους, εκτός από τη Χαλκιδική. Κάτι θα ξέρουν... O έχων σπίτι στη Χαλκιδική αυτό μπορεί να κάνει κάθε σαββατοκύριακο: να το ανοίγει διάπλατα και να υποδέχεται τους φίλους του. Να τους το διαθέτει, ώστε να γεμίσουν οι μεζονέτες στο Ποσείδι ζωή και τα ψυγεία στα λυόμενα της Νικήτης με μπιρόνια, από τη στρωματσάδα στο μπαλκόνι, σαν κατασκήνωση να δείχνουν τα διαμερίσματα στις παραθεριστικές πολυκατοικίες της Ιερισσού και το καλοκαίρι το φετινό να δείχνει σαν το καλοκαίρι της κοινοκτημοσύνης. Κάπως έτσι πάει η κατάσταση, και αυτό κατάλαβα και το τριήμερο του Αγίου Πνεύματος και το προηγούμενο σαββατοκύριακο, που η Θεσσαλονίκη πλημμύρισε ειδικά το πρώτο πόδι, που είναι μια ανάσα και λόγω βενζίνης δεν σου φεύγει ένα κάρο παράς για το πατροπαράδοτο πλιτς πλατς του σαββατοκύριακου. Είναι η εποχή της αλληλεγγύης και της μοιρασιάς, η εποχή που ό,τι έχει ο καθένας το διαθέτει αφιλοκερδώς. Κάτι σαν παράφραση του παλαιότερου «έχω και κότερο, πάμε μια βόλτα» ισχύει το φετινό: «Παιδιά, μη σκάτε, όλοι θα βολευτούμε στο τριαράκι του μπαμπά μου, της πεθεράς μου, του τρίτου μου ξαδέλφου».
Χάζευα και τον κόσμο στις παραλίες, στην «Αλμύρα» και το «Παπούα» της Καλλιθέας, στη «Sayonara» στα Νέα Πλάγια, στο «Solois» της Φούρκας, στις πέριξ αμμουδιές παρά τω «Κουρσάρω» στο Παλιούρι ή στις πιο ερημικές, όπως της Κρυοπηγής και της Χανιώτης: μιλάνε χαμηλόφωνα, διαβάζουν, το σκηνικό δεν θυμίζει τα παλιά καλλιστεία με τις στραφταλιζέ θεές και τη φυλή των τατουαζαράδων-μοχιταράδων να συμπεριφέρονται λες και δεν κολυμπούσαν στη Χαλκιδική αλλά σε σκηνικό του Baywatch. Ο κόσμος γεύεται και κοινωνεί τα πρώτα weekend της κάψας πιο χαλαρά και πιο ανθρώπινα.
Παρεμπιπτόντως, να ομολογήσω πως θα μπορούσα άνετα λόγω των γυροβολιών μου να διεκδικήσω μια θέση διδάκτορα στο θερινό τμήμα σπουδών του ΑΠΘ με αντικείμενο διδασκαλίας τη «Χαλκιδική, πρώτο πόδι». Και να μοιραστώ τις γνώσεις μου με όσους επιθυμούν να θέσουν ερωτήσεις του στιλ «και να πού να φάμε, κύριε, μετά τη βουτιά στην Κύψα», ανακράζοντας «στον Γρηγόρη, παιδιά μου, πάνω στο δρόμο της Αφύτου και λίγο πριν τα φανάρια για Κασσάνδρεια, όπου το σουβλάκιον είναι τρυφερό και το συκωτάκι μούρλια. Άλλη ερώτηση; Κάτι για τον “Μόλο”, ας πούμε, που άρχισαν ήδη να τον επισκέπτονται οι ρεπόρτερ του Star αναζητώντας τον Κανάκη και τον Λάτσιο;» «Αχ, ναι, τι παίζει εκεί;» Αυτό ακριβώς παίζει: Κυριακή μεσημέρι και, αν δεν πας από νωρίς, δεν θα βρεις ξαπλώστρα. Χιλιάδες παιδιά ρακετάρουν και παρτάρουν. Πιο δύσκολα, όμως, θέλω να με ρωτάτε. Και σε σχέση με τα χρηματοοικονομικά, όπως φερ’ ειπείν πώς πάνε οι τιμές και πόσο λόγω κρίσης; Με 30 ευρώ, απαντώ, μπορεί ένα ζεύγος τρυφερών εραστών να βρει κατάλυμα σχεδόν παντού. Βάλτε όμως και πέντε ευρώ εξτρά που θα σας χρειαστούν για αλοιφές αμμωνίας, αφού ο τρόμος του προηγούμενου σαββατοκύριακου λέγεται τσούχτρες. Γεμάτα ήταν τα νερά από αυτά τα φρικώδη τέρατα, τα οποία μεταξύ μας δεν ήταν δα και τόσο δολοφονικά. Οι φετινές τσούχτρες μού φάνηκαν χλεμπονιάρες και αδύνατες, αλλά καλού κακού… Πάμε σε άλλη ερώτηση, πάλι στην κατηγορία των χρηματοοικονομικών: ποιο είναι το φτηνότερο βενζινάδικο για να φουλάρεις πριν ξαμοληθείς για Χαλκιδική, όπου οι ντόπιοι βενζινάδες σε ξυρίζουν ακόμα και με 1,8 το λίτρο; Αυτό που θα συναντήσεις στον παράδρομο, απέναντι από το σιλό, και λίγο μετά τα ζαχαροπλαστεία του «Νίκου» και του «Χατζηφωτίου». Καινούργιο προφανώς, ποντάρει στο στόμα-στόμα και δίνει την αμόλυβδη 1,634.
Μόνο σε μία ερώτηση δεν μπορώ να απαντήσω: Τι ώρα ξεκινάει το μποτιλιάρισμα της επιστροφής και πώς είναι δυνατόν οι ντόπιοι να κλαίγονται πως τα σαββατοκύριακα δεν πατάει ψυχή, αλλά 30 χιλιόμετρα πριν από τη Θεσσαλονίκη τα νεύρα να σπάνε και το καραβάνι να πηγαίνει με 10 χιλιόμετρα. Είναι αυτά τα μεγάλα μυστήρια της ζωής στη Θεσσαλονίκη, στα οποία κανένας Γαλιλαίος ή Νεύτωνας δεν μπορεί να απαντήσει, να βγάλει ένα νόμο, να τον μάθουμε και να γλιτώσουμε το πήξιμο. Αυτά.
Πηγή: athensvoice.gr
Χάζευα και τον κόσμο στις παραλίες, στην «Αλμύρα» και το «Παπούα» της Καλλιθέας, στη «Sayonara» στα Νέα Πλάγια, στο «Solois» της Φούρκας, στις πέριξ αμμουδιές παρά τω «Κουρσάρω» στο Παλιούρι ή στις πιο ερημικές, όπως της Κρυοπηγής και της Χανιώτης: μιλάνε χαμηλόφωνα, διαβάζουν, το σκηνικό δεν θυμίζει τα παλιά καλλιστεία με τις στραφταλιζέ θεές και τη φυλή των τατουαζαράδων-μοχιταράδων να συμπεριφέρονται λες και δεν κολυμπούσαν στη Χαλκιδική αλλά σε σκηνικό του Baywatch. Ο κόσμος γεύεται και κοινωνεί τα πρώτα weekend της κάψας πιο χαλαρά και πιο ανθρώπινα.
Παρεμπιπτόντως, να ομολογήσω πως θα μπορούσα άνετα λόγω των γυροβολιών μου να διεκδικήσω μια θέση διδάκτορα στο θερινό τμήμα σπουδών του ΑΠΘ με αντικείμενο διδασκαλίας τη «Χαλκιδική, πρώτο πόδι». Και να μοιραστώ τις γνώσεις μου με όσους επιθυμούν να θέσουν ερωτήσεις του στιλ «και να πού να φάμε, κύριε, μετά τη βουτιά στην Κύψα», ανακράζοντας «στον Γρηγόρη, παιδιά μου, πάνω στο δρόμο της Αφύτου και λίγο πριν τα φανάρια για Κασσάνδρεια, όπου το σουβλάκιον είναι τρυφερό και το συκωτάκι μούρλια. Άλλη ερώτηση; Κάτι για τον “Μόλο”, ας πούμε, που άρχισαν ήδη να τον επισκέπτονται οι ρεπόρτερ του Star αναζητώντας τον Κανάκη και τον Λάτσιο;» «Αχ, ναι, τι παίζει εκεί;» Αυτό ακριβώς παίζει: Κυριακή μεσημέρι και, αν δεν πας από νωρίς, δεν θα βρεις ξαπλώστρα. Χιλιάδες παιδιά ρακετάρουν και παρτάρουν. Πιο δύσκολα, όμως, θέλω να με ρωτάτε. Και σε σχέση με τα χρηματοοικονομικά, όπως φερ’ ειπείν πώς πάνε οι τιμές και πόσο λόγω κρίσης; Με 30 ευρώ, απαντώ, μπορεί ένα ζεύγος τρυφερών εραστών να βρει κατάλυμα σχεδόν παντού. Βάλτε όμως και πέντε ευρώ εξτρά που θα σας χρειαστούν για αλοιφές αμμωνίας, αφού ο τρόμος του προηγούμενου σαββατοκύριακου λέγεται τσούχτρες. Γεμάτα ήταν τα νερά από αυτά τα φρικώδη τέρατα, τα οποία μεταξύ μας δεν ήταν δα και τόσο δολοφονικά. Οι φετινές τσούχτρες μού φάνηκαν χλεμπονιάρες και αδύνατες, αλλά καλού κακού… Πάμε σε άλλη ερώτηση, πάλι στην κατηγορία των χρηματοοικονομικών: ποιο είναι το φτηνότερο βενζινάδικο για να φουλάρεις πριν ξαμοληθείς για Χαλκιδική, όπου οι ντόπιοι βενζινάδες σε ξυρίζουν ακόμα και με 1,8 το λίτρο; Αυτό που θα συναντήσεις στον παράδρομο, απέναντι από το σιλό, και λίγο μετά τα ζαχαροπλαστεία του «Νίκου» και του «Χατζηφωτίου». Καινούργιο προφανώς, ποντάρει στο στόμα-στόμα και δίνει την αμόλυβδη 1,634.
Μόνο σε μία ερώτηση δεν μπορώ να απαντήσω: Τι ώρα ξεκινάει το μποτιλιάρισμα της επιστροφής και πώς είναι δυνατόν οι ντόπιοι να κλαίγονται πως τα σαββατοκύριακα δεν πατάει ψυχή, αλλά 30 χιλιόμετρα πριν από τη Θεσσαλονίκη τα νεύρα να σπάνε και το καραβάνι να πηγαίνει με 10 χιλιόμετρα. Είναι αυτά τα μεγάλα μυστήρια της ζωής στη Θεσσαλονίκη, στα οποία κανένας Γαλιλαίος ή Νεύτωνας δεν μπορεί να απαντήσει, να βγάλει ένα νόμο, να τον μάθουμε και να γλιτώσουμε το πήξιμο. Αυτά.
Πηγή: athensvoice.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου